Národnostní στα ελληνικά
Μετάφραση: národnostní, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθνικός, υπήκοος, εθνικό, εθνικές, εθνική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- národ στα ελληνικά - άνθρωπος, προσγειώνομαι, προσγειώνω, κοινός, έδαφος, άνθρωποι, κόσμος, ...
- národnost στα ελληνικά - ιθαγένεια, υπηκοότητα, εθνικότητα, ιθαγένειας, εθνικότητας, ιθαγενείας
- národní στα ελληνικά - λαϊκός, εθνικός, δημοφιλής, υπήκοος, εθνικό, εθνικές, εθνική
- národopis στα ελληνικά - λαογραφία, λαογραφικό, λαογραφική, λαογραφικά, λαογραφίας
Τυχαίες λέξεις
Národnostní στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθνικός, υπήκοος, εθνικό, εθνικές, εθνική
Μεταφράσεις: εθνικός, υπήκοος, εθνικό, εθνικές, εθνική