Λέξη: αδερφικός

Μεταφράσεις: αδερφικός

αδερφικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fraternal, brotherly

αδερφικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fraternal, fraterno, fraterna, hermandad, fraternalmente

αδερφικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
brüderlich, brüder, brüderliche, brüderlichen, brüderlicher

αδερφικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fraternel, fraternelle, fraternité, fraternellement, fraternels

αδερφικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fraterno, fraterna, fraternamente, fratellanza, fraterni

αδερφικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fraternal, fraterno, fraterna, fraternidade, fraternalmente

αδερφικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
broederlijk, broederlijke, broederliefde, de broederlijke, gebroederlijk

αδερφικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
братский, по-братски, братская, братской, братские

αδερφικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
broderlig, broder, brotherly, i broder, broderlige

αδερφικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
broder, broderlig, broderliga, broderligt, broders

αδερφικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
veljellinen, veljellistä, veljellisen, veljellisessä, veljelliseen

αδερφικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
broderlig, broderlige, broderkærlighed, broderligt, medmenneskelig

αδερφικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bratrský, bratrské, bratrská, bratrskou, bratrsky

αδερφικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
braterski, bratni, braterska, braterskiej, braterską, braterskie

αδερφικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
testvéri, felebaráti, a testvéri, testvéries, atyafiúi

αδερφικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kardeşçe, kardeş, kardeşlik, kardeşçe bir

αδερφικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
братерський, по, за, з, щодо, на

αδερφικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vëllazëror, vëllazërore, vëllazërisht, vëllezër, e vëllazërisht

αδερφικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
братски, братска, братската, братско, братския

αδερφικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
па, паводле, у, з, ў

αδερφικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vennaskonna, vennalik, vennaliku, vennalikku, vennalikust, vennalikuks

αδερφικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bratski, bratska, bratsku, bratske, bratsko

αδερφικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bróðurleg, bróðurlegt

αδερφικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
broliškas, broliškai, broliška, broliškos, broliški

αδερφικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
brālīgi, brālīgs, brāļa, brāļu, brālīgas

αδερφικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
братска, братската, братски, братските, братското

αδερφικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
frățesc, frățească, frățești, frați, de frați

αδερφικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bratski, bratske, bratska, bratskega

αδερφικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bratský, bratské, bratským, bratskejší, popredia bratský
Τυχαίες λέξεις