Namáhat στα ελληνικά
Μετάφραση: namáhat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διηθώ, ζόρι, αγώνας, αγωνίζομαι, τεντώνω, στραμπουλίζω, τράβηγμα, ένταση, γένος, τάση, στέλεχος, στελέχους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- namydlit στα ελληνικά - σαπούνι, σαπουνάδα, αφρό, σαπουνάδας, αφρού, αφρισμό
- namyšlenost στα ελληνικά - έπαρση, αλαζονεία, υπεροψία, υπεροπτικότης, υπεροπτικότητα, αλαζονείας
- namáhavý στα ελληνικά - επίπονος, σκληρός, αλγεινός, βαρύς, ανήφορος, επαχθής, δύσκολος, ...
- namáčení στα ελληνικά - Το μούλιασμα, Η ενυδάτωση, Εμποτισμός, Διαποτισμός, μούλιασμα
Τυχαίες λέξεις
Namáhat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διηθώ, ζόρι, αγώνας, αγωνίζομαι, τεντώνω, στραμπουλίζω, τράβηγμα, ένταση, γένος, τάση, στέλεχος, στελέχους
Μεταφράσεις: διηθώ, ζόρι, αγώνας, αγωνίζομαι, τεντώνω, στραμπουλίζω, τράβηγμα, ένταση, γένος, τάση, στέλεχος, στελέχους