Očernit στα ελληνικά
Μετάφραση: očernit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακολογώ, αμαυρώνω, συκοφαντώ, δυσφημίσουν, συκοφαντούν, δυσφημήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dítko στα ελληνικά - παιδί, παιδιού, το παιδί, παιδικής, του παιδιού
- monochromatický στα ελληνικά - μονόχρωμος, μονόχρωμη, μονόχρωμες, μονόχρωμων, μονόχρωμα
- neúřední στα ελληνικά - ανεπίσημος, Ανεπίσημες, ανεπίσημη, Ανεπίσημες προθεσμιακές, Ανεπίσημο
- oddálit στα ελληνικά - μετακομίζω, delay
Τυχαίες λέξεις
Očernit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακολογώ, αμαυρώνω, συκοφαντώ, δυσφημίσουν, συκοφαντούν, δυσφημήσουν
Μεταφράσεις: κακολογώ, αμαυρώνω, συκοφαντώ, δυσφημίσουν, συκοφαντούν, δυσφημήσουν