Obsazení στα ελληνικά
Μετάφραση: obsazení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επάγγελμα, κατάληψη, κατοχή, ρίχνει, χυτό, ρίξει, χυτεύεται, ψήφων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- obsah στα ελληνικά - όγκος, σύνολο, ικανοποιημένο, θεωρητικός, περιοχή, πράξη, ευχαριστημένος, ...
- obsahovat στα ελληνικά - μπλέκω, υπονοώ, εκφράζω, ενσαρκώνω, αγκάλιασμα, συμπεριλαμβάνω, ενσωματώνω, ...
- obsazený στα ελληνικά - γεμάτος, ολικός, πλήρης, μεστός, κατειλημμένος, καταλαμβάνεται, κατεχόμενα, ...
- obsazovat στα ελληνικά - κατάσχω, καταλαμβάνω, καταλαμβάνουν, κατέχουν, καταλάβει, καταλάβουν, καταλαμβάνει
Τυχαίες λέξεις
Obsazení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επάγγελμα, κατάληψη, κατοχή, ρίχνει, χυτό, ρίξει, χυτεύεται, ψήφων
Μεταφράσεις: επάγγελμα, κατάληψη, κατοχή, ρίχνει, χυτό, ρίξει, χυτεύεται, ψήφων