Κατοχή στα τσεχικά

Μετάφραση: κατοχή, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
okupace, obsazení, držba, majetek, vlastnictví, zabrání, država, držení, zaměstnání, majetkem, držby
Κατοχή στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατοχή

κατοχή αντίσταση και απελευθέρωση, κατοχή 1941, κατοχή ναρκωτικών ποινή, κατοχή λεξικό, κατοχή στην ελλάδα, κατοχή λεξικό γλώσσας τσεχικά, κατοχή στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • κατολίσθηση στα τσεχικά - sesuv, klouzání, posuvné, posuvných, posuvná, posuvnými
  • κατορθώνω στα τσεχικά - provést, dostihnout, dosahovat, vykonat, dosáhnout, nabýt, dokončit, ...
  • κατοχυρώνω στα τσεχικά - ochrana, hájit, záštita, chránit, zabezpečení, ochraňovat, bránit, ...
  • κατράμι στα τσεχικά - dehtovat, asfalt, tér, dehet, nadehtovat, stoupání, smola, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατοχή στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: okupace, obsazení, držba, majetek, vlastnictví, zabrání, država, držení, zaměstnání, majetkem, držby