Λέξη: τύμβος
Σχετικές λέξεις: τύμβος
τύμβος της μακεδονίτισσας, τύμβος πλαταιέων, τύμβος σαλαμινομάχων, τύμβος του μαραθώνα, τύμβος καστά, τύμβος μαραθώνα, τύμβος των σαλαμινομάχων, τύμβος μαραθώνα επιγραφη, τύμβος σαλγανέα, τύμβος μαραθώνα χαρτης
Συνώνυμα: τύμβος
τάφος, μνήμα, λοφίσκος, σωρός
Μεταφράσεις: τύμβος
τύμβος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
barrow, grave, tumulus, tomb, mound, tumulus of
τύμβος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
carretilla, tumba, grave, hoyo, sepulcro, túmulo, tumulus, túmulos, túmulo de, tumular
τύμβος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
feierlich, würdig, karre, grab, massiv, ernst, grabhügel, tumulus, schubkarre, schubkarren, hügel, gruft, Tumulus, Grabhügel, Hügel, Hügelgrab
τύμβος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lourd, grave, charrette, carriole, digne, important, posé, tombe, obscur, pénible, fosse, tumulus, banne, sombre, grand, sépulture, tumulus de, le tumulus
τύμβος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
carriola, tomba, tumulo, serio, grave, sepolcro, tumulus, tumuli, a tumulo, tumulo di
τύμβος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tumba, sepultura, agradecimento, gratidão, túmulo, Tumulus, de tumulus, tumulus de, mamoa
τύμβος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kruiwagen, groeve, bedenkelijk, graf, ernstig, grafheuvel, Tumulus, tumulus van, grafheuvel uit, tumulusvorm
τύμβος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
носилки, надгробный, вырезывать, почтенный, мрачный, истовый, управляющий, тяжкий, могила, тачка, высекать, низкий, угрожающий, важный, вырезать, степенный, курган, TUMULUS, тумулюс, могильный курган, тумулюс-
τύμβος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
betydningsfull, alvorlig, grav, trillebår, gravhaug, Tumulus, haug, gravhaugene
τύμβος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
allvarlig, viktig, grav, tumulus, gravhög, tumulusen, gravhögen
τύμβος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hautakumpu, törkeä, tärkeä, vakava, kumpu, kaivertaa, totinen, hauta, Tumulus, Tumulus on
τύμβος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
grav, tumulus, oven på jorden, Gravhøj
τύμβος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kára, hrob, dvojkolka, kolečko, trakař, vážný, opravdový, hluboký, těžký, tmavý, vozík, důležitý, důstojný, mohyla, Mohylová, mohyly
τύμβος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ciężki, ponury, mogiła, taczka, taczki, poważny, wózek, grób, kurhan, nosiłki, doniosły, kopiec, ważny, grobowy, Tumulus, mogiłę
τύμβος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ártány, taliga, talicska, sírdomb, Tumulus, halom, halomsíros, halmot
τύμβος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gömüt, mezar, höyük, tümülüs, tümülüsün, tumulus, tümülüsü
τύμβος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
грабарка, носилки, тачка, похмурий, впливовий, поважний, печальний, курган, могилу
τύμβος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
varr, rëndë, kodër, tuma, tumë, pirg dheu
τύμβος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
могила, гробна могила, гробница, могилата, надгробна могила
τύμβος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
курган, Цюмень
τύμβος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
haud, käru, tõsine, graavis, kärutäis, kääbas, kalme, Haud käru, Tumulus
τύμβος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ozbiljan, kopati, grob, važan, brežuljak, groblje, jama, humka, tumul, tumula, tumulus, tumulu
τύμβος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gröf, Tumulus
τύμβος στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
sepulchrum, tumulus, tumba, serius
τύμβος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kapas, pilkapis, milžinkapis, tumulus, piliakalniai, Mobilus kalva
τύμβος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kaps, drūms, bēdīgs, ķerra, kapkalns
τύμβος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Могилата, тумул, могила, могила на, гробна Могила
τύμβος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
roabă, serios, tumul, mormânt, Tumulus, tumulul, tumuli, tumul de
τύμβος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
grob, Humka
τύμβος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
väzný, hrob, mohyla, hromada