Odbor στα ελληνικά
Μετάφραση: odbor, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεραρχία, διχασμός, τμήμα, τομή, διαίρεση, υπηρεσία, Τμήματος, Υπουργείο, υπηρεσίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- odbojný στα ελληνικά - επαναστατώ, επαναστάτης, στασιαστικός, ανυπότακτος, επαναστατική, επαναστατικές, επαναστατικός
- odbojový στα ελληνικά - στασιαστικός, μια, μία, ένα, α, ένας
- odborník στα ελληνικά - επαγγελματικός, εξουσία, αυθεντία, κύρος, επαγγελματίας, εμπειρογνώμονας, ειδικός, ...
- odborný στα ελληνικά - εμπειρογνώμων, επαγγελματίας, επαγγελματικός, ειδικός, εμπειρογνώμονας, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, ...
Τυχαίες λέξεις
Odbor στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεραρχία, διχασμός, τμήμα, τομή, διαίρεση, υπηρεσία, Τμήματος, Υπουργείο, υπηρεσίας
Μεταφράσεις: μεραρχία, διχασμός, τμήμα, τομή, διαίρεση, υπηρεσία, Τμήματος, Υπουργείο, υπηρεσίας