Odsát στα ελληνικά
Μετάφραση: odsát, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξάτμιση, εκκενώνω, κολακεύω, απορροφούν, απορροφούν τις, ρουφήξει, ρουφά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- odsuvník στα ελληνικά - αποστροφή, απόστροφος, απόστροφο, αποστρόφου, την απόστροφο
- odsuzovat στα ελληνικά - μέμψη, επιτιμώ, αποδοκιμάζω, κριτικάρω, ψέγω, κατακρίνω, ελεεινολογώ, ...
- odsávat στα ελληνικά - εξάτμιση, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το
- odtamtud στα ελληνικά - από εκεί, από κει
Τυχαίες λέξεις
Odsát στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξάτμιση, εκκενώνω, κολακεύω, απορροφούν, απορροφούν τις, ρουφήξει, ρουφά
Μεταφράσεις: εξάτμιση, εκκενώνω, κολακεύω, απορροφούν, απορροφούν τις, ρουφήξει, ρουφά