Opatrovník στα ελληνικά
Μετάφραση: opatrovník, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαχειριστής, έφορος, θεματοφύλακας, κηδεμόνας, φύλακας, κηδεμόνα, θεματοφύλακα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- opatrovat στα ελληνικά - επιμελούμαι, περιποιούμαι, νοσοκόμα, βάγια, διατηρώ, αγαπάμε, να αγαπάμε, ...
- opatrovnictví στα ελληνικά - κηδεμονία, κηδεμονίας, καταπιστευματική, καταπιστευματική διαχείριση, την κηδεμονία
- opatrování στα ελληνικά - θάλαμος, φύλαξη, κράτηση, κηδεμονία, ασφαλή φύλαξη, τη φύλαξη, διαφύλαξή, ...
- opatství στα ελληνικά - μονή, αβαείο, Abbey, αβαείου, μοναστήρι
Τυχαίες λέξεις
Opatrovník στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαχειριστής, έφορος, θεματοφύλακας, κηδεμόνας, φύλακας, κηδεμόνα, θεματοφύλακα
Μεταφράσεις: διαχειριστής, έφορος, θεματοφύλακας, κηδεμόνας, φύλακας, κηδεμόνα, θεματοφύλακα