Opravovat στα ελληνικά

Μετάφραση: opravovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωστός, διορθώνω, επισκευή, αναστηλώνω, επισκευάζω, ρυθμίζω, αποκαθιστώ, ανακτώ, φτιάχνω, προσαρμόζω, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης
Opravovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • opravit στα ελληνικά - αναστηλώνω, επανορθώνω, τροποποιώ, επισκευή, αναβάθμιση, σωστός, διορθώνω, ...
  • opravný στα ελληνικά - διορθωτικός, διορθωτικά, διορθωτικών, διορθωτικές, διορθωτικού
  • opravář στα ελληνικά - επισκευαστής, επισκευαστή, επισκευαστών, repairman
  • opravňovat στα ελληνικά - ένταλμα, δικαιολογώ, τιτλοφορώ, δικαιώνω, το δικαίωμα, δικαίωμα, εξουσιοδοτούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Opravovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωστός, διορθώνω, επισκευή, αναστηλώνω, επισκευάζω, ρυθμίζω, αποκαθιστώ, ανακτώ, φτιάχνω, προσαρμόζω, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης