Ostrůvek στα ελληνικά

Μετάφραση: ostrůvek, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταφύγιο, νήσος, νησί, Isle, νησάκι, Νήσο
Ostrůvek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • couvat στα ελληνικά - ενισχύω, αντιστρέφω, υποστηρίζω, υποχωρώ, πλάτη, πίσω, πίσω μέρος, ...
  • kastelán στα ελληνικά - αρχιφύλακας, φύλακας, φύλακα, επίτροπος, δεσμοφύλακας
  • odvážit στα ελληνικά - αποτολμώ, επιχειρώ, τολμώ, ζυγίζονται, ζυγίστε, ζυγίζεται, ζυγίζεται ποσότητα, ...
  • oslavování στα ελληνικά - δοξολογία, εξύμνηση, δοξασμού, αποθέωση, εξύμνησης
Τυχαίες λέξεις
Ostrůvek στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταφύγιο, νήσος, νησί, Isle, νησάκι, Νήσο