Pád στα ελληνικά
Μετάφραση: pád, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαντακώνω, ρανίδα, πάταγος, πέφτω, παχουλός, καταρρέω, χαλώ, υπόθεση, ρήμαγμα, σταγόνα, κραχ, σωριάζομαι, βαλίτσα, θήκη, περιστατικό, τροφαντός, δυστύχημα, σύγκρουση, συντριβή, σύγκρουσης, συντριβής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- boj στα ελληνικά - επενέργεια, αγωνίζομαι, μάχη, αντιπαράθεση, αρραβώνες, μάχομαι, πόλεμος, ...
- indukce στα ελληνικά - εισαγωγή, επαγωγή, επαγωγής, πρόκληση, διέγερση, την επαγωγή
- naléhání στα ελληνικά - επιμονή, εμμονή, την επιμονή, επιμονής, η επιμονή
- nesmlouvavost στα ελληνικά - αδιαλλαξία, αδιαλλαξίας, την αδιαλλαξία, η αδιαλλαξία, αδιαλλαξία της
Τυχαίες λέξεις
Pád στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαντακώνω, ρανίδα, πάταγος, πέφτω, παχουλός, καταρρέω, χαλώ, υπόθεση, ρήμαγμα, σταγόνα, κραχ, σωριάζομαι, βαλίτσα, θήκη, περιστατικό, τροφαντός, δυστύχημα, σύγκρουση, συντριβή, σύγκρουσης, συντριβής
Μεταφράσεις: χαντακώνω, ρανίδα, πάταγος, πέφτω, παχουλός, καταρρέω, χαλώ, υπόθεση, ρήμαγμα, σταγόνα, κραχ, σωριάζομαι, βαλίτσα, θήκη, περιστατικό, τροφαντός, δυστύχημα, σύγκρουση, συντριβή, σύγκρουσης, συντριβής