Pískovec στα ελληνικά
Μετάφραση: pískovec, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άμμος, χαλίκι, αμμόλιθος, αμμόπετρα, ψαμμίτη, ψαμμίτης, από ψαμμίτη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chvástavý στα ελληνικά - καμαρωτός, θορυβωδώς, βίαιος, ανεμώδους
- chvástání στα ελληνικά - κορδόνομαι, αλαζονεύομαι, swagger, έπαρση, κομπάζω
- dramatický στα ελληνικά - δραματικός, δραματική, δραματικές, δραματικό, δραματικά
- nepoměr στα ελληνικά - ανισότητα, δυσαναλογία, δυσαναλογίας, δυσαναλογία αυτή, δυσανάλογων, η δυσαναλογία
Τυχαίες λέξεις
Pískovec στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άμμος, χαλίκι, αμμόλιθος, αμμόπετρα, ψαμμίτη, ψαμμίτης, από ψαμμίτη
Μεταφράσεις: άμμος, χαλίκι, αμμόλιθος, αμμόπετρα, ψαμμίτη, ψαμμίτης, από ψαμμίτη