Příspěvek στα ελληνικά

Μετάφραση: příspěvek, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμοιβή, επιδότηση, επίδομα, δίδακτρα, όφελος, συνδρομή, συμβολή, επιχορήγηση, επωφελούμαι, συνεισφορά, ωφέλεια, τιμάριο, συνεισφοράς, εισφορά, συμβολής
Příspěvek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amortizace στα ελληνικά - υποτίμηση, λύτρωση, εξαγορά, αποσβέσεων, απόσβεση, αποσβέσεις, απόσβεσης, ...
  • hřích στα ελληνικά - αμαρτάνω, αμαρτία, αμαρτίας, την αμαρτία, η αμαρτία, αμάρτημα
  • karton στα ελληνικά - κάρτα, χαρτόνι, χαρτόνια, από χαρτόνι, Χάρτινο, χαρτονιού
  • obchodovat στα ελληνικά - επάγγελμα, εμπορεύματα, εμπόριο, πραμάτεια, επιτήδευμα, αγορά, μοιράζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Příspěvek στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμοιβή, επιδότηση, επίδομα, δίδακτρα, όφελος, συνδρομή, συμβολή, επιχορήγηση, επωφελούμαι, συνεισφορά, ωφέλεια, τιμάριο, συνεισφοράς, εισφορά, συμβολής