Převést στα ελληνικά
Μετάφραση: převést, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταδίδω, μεταβιβάζω, μεταγράφω, μεταβίβαση, διαβιβάζω, μετάθεση, μετατάσσω, μεταφορά, μεταφοράς, μεταβίβασης, τη μεταφορά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- důstojenství στα ελληνικά - αξιοπρέπεια, αξιοπρέπειας, την αξιοπρέπεια, της αξιοπρέπειας, αξιοπρέπειά
- kvartet στα ελληνικά - κουαρτέτο, τετράδα, κουαρτέτου, της Τετραμερούς, τετράς
- mim στα ελληνικά - μίμος, παντομίμα, MIME, παντομίμας, μιμική
- obvykle στα ελληνικά - κοινώς, κοινά, γενικά, συνήθως, που συνήθως, κανόνα
Τυχαίες λέξεις
Převést στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταδίδω, μεταβιβάζω, μεταγράφω, μεταβίβαση, διαβιβάζω, μετάθεση, μετατάσσω, μεταφορά, μεταφοράς, μεταβίβασης, τη μεταφορά
Μεταφράσεις: μεταδίδω, μεταβιβάζω, μεταγράφω, μεταβίβαση, διαβιβάζω, μετάθεση, μετατάσσω, μεταφορά, μεταφοράς, μεταβίβασης, τη μεταφορά