Přizpůsobit στα ελληνικά

Μετάφραση: přizpůsobit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλαισιώνω, σώμα, ρυθμίζω, εξομοιώνω, σκελετός, κοστούμι, αναπροσαρμόζομαι, προσαρμόζω, τροποποιώ, διασκευάζω, ράπτης, βολεύω, εξυπηρετώ, στεγάζω, αρμόζω, πλαίσιο, προσαρμοστούν, προσαρμόσει, προσαρμόζει, προσαρμόσουν, προσαρμόζουν
Přizpůsobit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • jizva στα ελληνικά - στίγμα, ουλή, ουλής, σημάδι, σημαδιών, ουλών
  • nervóznost στα ελληνικά - νευρικότητα, νευρικότητας, τη νευρικότητα, η νευρικότητα, της νευρικότητας
  • neřádstvo στα ελληνικά - βρομιά, βόρβορος, κοπριά
  • odpojit στα ελληνικά - αποκολλώ, αποσυνδέω, αποσύνδεση, αποσύνδεσης, αποσυνδέστε, αποσυνδεθείτε, να αποσυνδεθείτε
Τυχαίες λέξεις
Přizpůsobit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλαισιώνω, σώμα, ρυθμίζω, εξομοιώνω, σκελετός, κοστούμι, αναπροσαρμόζομαι, προσαρμόζω, τροποποιώ, διασκευάζω, ράπτης, βολεύω, εξυπηρετώ, στεγάζω, αρμόζω, πλαίσιο, προσαρμοστούν, προσαρμόσει, προσαρμόζει, προσαρμόσουν, προσαρμόζουν