Panický στα ελληνικά
Μετάφραση: panický, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανικός, πανικοβάλλω, πανικού, πανικό, τον πανικό, ο πανικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- asynchronní στα ελληνικά - ασύγχρονος, ασύγχρονη, ασύγχρονης, ασύγχρονα, ασύγχρονο, ασύγχρονες
- fyzický στα ελληνικά - σωματικός, φυσικός, ύλη, σωματικά, φυσική, σωματική, φυσικές, ...
- nepatřičný στα ελληνικά - λάθος, ανάρμοστος, ακατάλληλος, απρεπής, αδικαιολόγητη, αχρεωστήτως, αδικαιολόγητες, ...
- nespoutaný στα ελληνικά - απεριόριστος, απεριόριστη, απέραντο, απέραντη, μη φραγμένο
Τυχαίες λέξεις
Panický στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανικός, πανικοβάλλω, πανικού, πανικό, τον πανικό, ο πανικός
Μεταφράσεις: πανικός, πανικοβάλλω, πανικού, πανικό, τον πανικό, ο πανικός