Partner στα ελληνικά
Μετάφραση: partner, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντροφος, ταίρι, εταίρος, εταίρο, συνεργάτη, εταίρου, συνεργάτης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- apartmá στα ελληνικά - ακολουθία, διαμέρισμα, σουίτα, Suite, ιδιωτικό μπάνιο, με ιδιωτικό μπάνιο, η σουίτα
- cudnost στα ελληνικά - αγνότητα, αγνότητας, την αγνότητα, της αγνότητας, αγνότητά
- katastr στα ελληνικά - κτηματολόγιο, κτηματολογίου, το κτηματολόγιο, του κτηματολογίου, κτηματολογίων
- obdržet στα ελληνικά - παίρνω, λαμβάνω, έχε, έχω, αποκτώ, παραλαμβάνω, προμηθεύομαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Partner στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντροφος, ταίρι, εταίρος, εταίρο, συνεργάτη, εταίρου, συνεργάτης
Μεταφράσεις: σύντροφος, ταίρι, εταίρος, εταίρο, συνεργάτη, εταίρου, συνεργάτης