Paušální στα ελληνικά

Μετάφραση: paušální, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνολικός, γενικός, ποδιά, διαμέρισμα, επίπεδος, επίπεδα, επίπεδης, επίπεδη
Paušální στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bydlení στα ελληνικά - στεγαστικός, στέγαση, περίβλημα, στέγασης, κατοικιών, περιβλήματος
  • magnetofon στα ελληνικά - εγγραφής, συσκευή εγγραφής, recorder, καταγραφέα, συσκευής εγγραφής
  • mecenáš στα ελληνικά - θαμώνας, προστάτης, υποστηρικτής, χρηματοδότης, στήριγμα, υποστηρικτική, backer
  • nešvar στα ελληνικά - βρίζω, κατάχρηση, καταχρώμαι, λοιδορία, δεινά, δεινών, τα δεινά, ...
Τυχαίες λέξεις
Paušální στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνολικός, γενικός, ποδιά, διαμέρισμα, επίπεδος, επίπεδα, επίπεδης, επίπεδη