Podléhat στα ελληνικά
Μετάφραση: podléhat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποκύπτω, να υπόκεινται σε, να υπόκειται σε, υπόκεινται σε, υπόκειται σε, υπόκειται στην
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nemluvnost στα ελληνικά - ολιγολογία, επιφυλακτικότητα, αφασία, αφωνία, βουβά
- neslušnost στα ελληνικά - αυθάδεια, απρέπεια, αισχρότητα, άσεμνης, άσεμνο, indecency
- odpor στα ελληνικά - κακεντρέχεια, απροθυμία, φρίκη, απέχθεια, μνησικακία, εχθρότητα, αηδία, ...
- odvážně στα ελληνικά - γενναία, θαρραλέα, θάρρος, με θάρρος, γενναιότητα, με σθένος
Τυχαίες λέξεις
Podléhat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποκύπτω, να υπόκεινται σε, να υπόκειται σε, υπόκεινται σε, υπόκειται σε, υπόκειται στην
Μεταφράσεις: υποκύπτω, να υπόκεινται σε, να υπόκειται σε, υπόκεινται σε, υπόκειται σε, υπόκειται στην