Pojednávat στα ελληνικά

Μετάφραση: pojednávat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταχειρίζομαι, αγορά, μοιράζω, συζητώ, θεραπεύω, κέρασμα, κερνώ, συμφωνία, συμφωνίας, διαπραγμάτευση, πολλά, αντιμετώπιση
Pojednávat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aklamace στα ελληνικά - επευφημία, βοής, επευφημίες, την επευφημία
  • hotově στα ελληνικά - εξαργυρώνω, χρήματα, μετρητά, μετρητών, ροών, σε μετρητά, ταμειακών
  • katapult στα ελληνικά - καταπέλτης, καταπέλτη, καταπελτών, καταπέλτη που
  • neuznalý στα ελληνικά - δεν, δεν είχε, δεν κατάφερε, δεν κατάφερε να
Τυχαίες λέξεις
Pojednávat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταχειρίζομαι, αγορά, μοιράζω, συζητώ, θεραπεύω, κέρασμα, κερνώ, συμφωνία, συμφωνίας, διαπραγμάτευση, πολλά, αντιμετώπιση