Premisa στα ελληνικά
Μετάφραση: premisa, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάστημα, οίκημα, υπόθεση, προϋπόθεση, παραδοχή, αρχή, σκεπτικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- astma στα ελληνικά - άσθμα, άσθματος, το άσθμα, του άσθματος
- disciplinární στα ελληνικά - πειθαρχικός, πειθαρχική, πειθαρχικές, πειθαρχικής, πειθαρχικών
- droga στα ελληνικά - ναρκωτικό, ντοπάρω, φάρμακο, φαρμάκου, ναρκωτικών, φαρμάκων, ναρκωτικά
- měnitelnost στα ελληνικά - ευμετάβλητο, αστασία, μεταλλαξιμότητα, μεταλλακτικότητα, η τρεπτότητα
Τυχαίες λέξεις
Premisa στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάστημα, οίκημα, υπόθεση, προϋπόθεση, παραδοχή, αρχή, σκεπτικό
Μεταφράσεις: κατάστημα, οίκημα, υπόθεση, προϋπόθεση, παραδοχή, αρχή, σκεπτικό