Λέξη: ανώτατος

Σχετικές λέξεις: ανώτατος

ανώτατος χρόνος σπουδών, ανώτατος τούρκος αξιωματούχος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ανώτατος δικαστικός, ανώτατος τούρκος αξιωματικός της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ανώτατος θεός του ιταλικού πάνθεον

Συνώνυμα: ανώτατος

ύψιστος, υπέρτατος, ύπατος, δεσπόζων

Μεταφράσεις: ανώτατος

ανώτατος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
supreme, top, maximum, uppermost, senior

ανώτατος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
superior, top, parte superior, cima, tapa

ανώτατος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
höchst, Top-, Spitze, Top, oben, obere

ανώτατος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
souverain, supérieur, suprématie, haut, top, sommet, en haut

ανώτατος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
top, superiore, cima, sopra, migliore

ανώτατος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
topo, top, superior, início, parte superior

ανώτατος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
soeverein, oppermachtig, top, boven, bovenkant, bovenste, bovenaan

ανώτατος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
последний, верховный, величайший, предельный, высочайший, крайний, высший, топ, сверху, верхнего, верхняя

ανώτατος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
topp, toppen, øverste, øverst

ανώτατος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
topp, toppen, övre, översta, överst

ανώτατος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
äärimmäinen, korkein, ylin, ylä-, toppi, yläosa, huippu

ανώτατος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
top, toppen, øverste, øverst, Blandt de mest aktive

ανώτατος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vrchní, top, nahoru, horní, Vrcholna, nejvyšší

ανώτατος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
naczelny, top, górny, góra, szczyt, wierzchołek

ανώτατος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
felső, Top, tetején, tetejére, elejére

ανώτατος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
üst, RehberiEn iyi, En iyi, RehberiEn, en üst

ανώτατος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
останній, вищий, верховний, крайній, вишній, топ, Платье, Футболка, Блуза, Туника

ανώτατος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
më i lartë, majë, lartë, të lartë, top

ανώτατος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
връх, лидер, горната, горния, отгоре

ανώτατος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
топ

ανώτατος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ülim, top, ülemise, ülaosas, ülemine, ülalt

ανώτατος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
najviši, vrhovni, vrh, top, na vrh, gornji

ανώτατος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
efst, með hæstu, toppur, efstu, topp

ανώτατος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
viršus, viršutinis, top, viršų, viršaus

ανώτατος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tops, top, sastāvā, augstākā, augšējā

ανώτατος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
врвот, топ, горниот, првите, врвни

ανώτατος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
top, sus, de top, de sus, superior

ανώτατος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
top, vrh, na vrh, zgoraj, vrhu

ανώτατος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vrchní, vrcholný, top, začiatok, Tip
Τυχαίες λέξεις