Prosperovat στα ελληνικά

Μετάφραση: prosperovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευδοκιμώ, ανθώ, κραδαίνω, επιτυγχάνω, ανθίζω, ακμάζω, προκόβω, ευημερώ, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει
Prosperovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asymetrie στα ελληνικά - ασυμμετρία, ασυμμετρίας, η ασυμμετρία, την ασυμμετρία, της ασυμμετρίας
  • lingvistika στα ελληνικά - γλωσσικός, γλωσσολογία, Γλωσσολογίας, τη γλωσσολογία, η γλωσσολογία, της γλωσσολογίας
  • neobratnost στα ελληνικά - αδεξιότητα, αδεξιότητας, clumsiness, την αδεξιότητα, αδεξιότητά
  • normovat στα ελληνικά - απολέπιση, κλιμάκωση, κλιμάκωσης, κλίμακας, την κλιμάκωση
Τυχαίες λέξεις
Prosperovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευδοκιμώ, ανθώ, κραδαίνω, επιτυγχάνω, ανθίζω, ακμάζω, προκόβω, ευημερώ, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει