Provozovat στα ελληνικά
Μετάφραση: provozovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαγωγή, οδηγώ, ασκώ, εξασκώ, φέρσιμο, διεξάγω, συμπεριφορά, ασκούν, συνεχίστε, συνεχίσουμε, συνεχίσει, συνεχίσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- misantropie στα ελληνικά - μισανθρωπία, μισανθρωπίας, misanthropy, μισανθρωπία Η
- nutkání στα ελληνικά - ορμή, προτρέπω, παροτρύνω, παροτρύνει, έκκληση, παροτρύνουμε
- nákupčí στα ελληνικά - αγοραστής, αγοραστή, του αγοραστή, αγοραστική, αγοραστών
- obyvatel στα ελληνικά - κάτοικος, μόνιμος, κάτοχος, τρόφιμος, κατοικούν, διαμένουν, κάτοικο, ...
Τυχαίες λέξεις
Provozovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαγωγή, οδηγώ, ασκώ, εξασκώ, φέρσιμο, διεξάγω, συμπεριφορά, ασκούν, συνεχίστε, συνεχίσουμε, συνεχίσει, συνεχίσουν
Μεταφράσεις: διαγωγή, οδηγώ, ασκώ, εξασκώ, φέρσιμο, διεξάγω, συμπεριφορά, ασκούν, συνεχίστε, συνεχίσουμε, συνεχίσει, συνεχίσουν