Διαγωγή στα τσεχικά

Μετάφραση: διαγωγή, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vystupování, dirigovat, postoj, vodit, vedení, provozovat, řídit, jednání, vést, chování, spravovat, řízení, provádět, správa, dovést, průběh
Διαγωγή στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαγωγή

διαγωγή κοσμιοτάτη σημασία, διαγωγή μηδέν 1949, διαγωγή κοσμιοτάτη, διαγωγή κοσμιοτάτη τι σημαινει, διαγωγή κοσμιοτάτη λεξικο, διαγωγή λεξικό γλώσσας τσεχικά, διαγωγή στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • διαβόητος στα τσεχικά - hanebný, známý, proslulý, notorický, odporný, bezectný, notoricky známý, ...
  • διαγράφω στα τσεχικά - vymazat, smazat, oddělat, obrys, vyškrtnout, škrtnout, vyškrábat, ...
  • διαγωνίζομαι στα τσεχικά - soupeřit, konkurovat, soutěžit, závodit, diagonizomai
  • διαγωνιζόμενος στα τσεχικά - konkurent, soupeř, závodník, účastník, spoluuchazeč, soutěžící, contestant, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαγωγή στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vystupování, dirigovat, postoj, vodit, vedení, provozovat, řídit, jednání, vést, chování, spravovat, řízení, provádět, správa, dovést, průběh