Restrikce στα ελληνικά
Μετάφραση: restrikce, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιστολή, περιορισμός, περιορισμό, περιορισμού, περιορισμούς, τον περιορισμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- daňový στα ελληνικά - φορολογώ, φόρος, προβληματίζω, φόρου, φόρο, φορολογικών, φορολογική
- husar στα ελληνικά - ουσσάρος, ιππέας, Ουσάρος, ιππεύς, Hussar
- naškrobený στα ελληνικά - ισχυρός, αλύγιστος, άκαμπτος, δύσκαμπτος, σκληρός, άκαμπτο, δύσκαμπτο
- originalita στα ελληνικά - πρωτοτυπία, πρωτοτυπίας, την πρωτοτυπία, η πρωτοτυπία, αυθεντικότητα
Τυχαίες λέξεις
Restrikce στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιστολή, περιορισμός, περιορισμό, περιορισμού, περιορισμούς, τον περιορισμό
Μεταφράσεις: περιστολή, περιορισμός, περιορισμό, περιορισμού, περιορισμούς, τον περιορισμό