Rokování στα ελληνικά

Μετάφραση: rokování, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συζήτηση, συσκέψεις, συζητήσεις, συζητήσεων, διαβουλεύσεις, εργασίες
Rokování στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • administrativní στα ελληνικά - διαχειριστικός, διοικητικός, διοικητικές, διοικητικών, διοικητική, διοικητικής
  • cizopasník στα ελληνικά - παράσιτο, παρασίτου, παρασίτων, παράσιτου, του παρασίτου
  • moudře στα ελληνικά - συνετά, σοφά, σύνεση, με σύνεση, σοφία
  • nestabilní στα ελληνικά - ασταθής, ανερμάτιστος, ασταθή, ασταθείς, ασταθές, ασταθούς
Τυχαίες λέξεις
Rokování στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συζήτηση, συσκέψεις, συζητήσεις, συζητήσεων, διαβουλεύσεις, εργασίες