Λέξη: ανατολικός

Σχετικές λέξεις: ανατολικός

ανατολικός νεοπλατωνισμός, ανατολικός πόλεμος, ανατολικός fm, ανατολικός αστήρ, ανατολικός τομέας νομαρχίας αθηνών, ανατολικός σέρρες, ανατολικός παλμός, ανατολικός άνεμος, ανατολικός και δυτικός άνεμος, ανατολικός αμπελώνας, μέγας ανατολικός

Συνώνυμα: ανατολικός

ασιατικός, λεβαντίνος

Μεταφράσεις: ανατολικός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
oriental, eastern, east
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
este, oriental, al este, Oriente, del este
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
östlich, orientale, orientalisch, Osten, Ost, östlichen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
oriental, est, l'est, Orient, à l'est
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
orientale, est, a est, Ovest, Oriente
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
leste, oriental, a leste, Oriente, east, do leste
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
oostelijk, oosters, oosten, oost, ten oosten, het oosten, east
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
восточный, востоковедческий, азиатский, восток, востоку, к востоку, востоке, Восточная
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
østlig, øst, nordøst
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
östlig, orientalisk, öst, öster, East, östra, österut
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
itämaalainen, itäinen, itämainen, idänpuoleinen, itään, itä, idässä, itäpuolella, east
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
østlig, øst, østlige
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
východní, na východ, východ, východně, východu
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wschodni, orientalny, wschód, na wschód, wschodniej, wschĂłd, na wschĂłd
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kelet, keleti, keletre
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
doğu, doğusunda, km doğusunda, doğusunda Otel
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
східний, азіатський, схід, Восток
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lindje, në lindje, Lindja, lindore, lindjes
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изток, на изток, източно, East, източната
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўсход, Усход, Восток
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
idapoolne, ida, hommikumaa, idamaine, idas, itta, ida pool, east
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
istok, sjajan, istočnoj, istočne, istočni, istočnom, blještav, istočna, istočno, istoku
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
austur, East, austan, Austurlöndum, austurs
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
į rytus, rytų, rytus, East, rytinė
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
uz austrumiem, austrumi, austrumiem, austrumu, austrumos
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Исток, источно, источниот, источна, источната
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
est, de est, la est, Orientul
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vzhod, vzhodno, Jugovzhodna, vzhodu, east
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
východní, na

Στατιστικά δημοτικότητας: ανατολικός

Τυχαίες λέξεις