Rozsuzovat στα ελληνικά
Μετάφραση: rozsuzovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαιτητεύω, διαιτητεύουν, διαιτησία, διαιτητεύσει, διαιτητεύει, διαιτησίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- decentralizace στα ελληνικά - αποκέντρωση, αποκέντρωσης, την αποκέντρωση, η αποκέντρωση, της αποκέντρωσης
- herbář στα ελληνικά - συλλογή ξηρών βοτάνων, ερμπαρίου, φυτολογίων, βοτανολόγιο, φυτολογίου
- nahraditelný στα ελληνικά - φθαρτός, με αποζημίωση, σχετικών με αποζημίωση
- neprospěšný στα ελληνικά - ανθυγιεινός, ανθυγιεινά, ανθυγιεινή, ανθυγιεινών, νοσηρούς
Τυχαίες λέξεις
Rozsuzovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαιτητεύω, διαιτητεύουν, διαιτησία, διαιτητεύσει, διαιτητεύει, διαιτησίας
Μεταφράσεις: διαιτητεύω, διαιτητεύουν, διαιτησία, διαιτητεύσει, διαιτητεύει, διαιτησίας