Seřizovat στα ελληνικά

Μετάφραση: seřizovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρυθμίζω, καθορισμένος, προσαρμόζω, τοποθετώ, προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένη, αναπροσαρμοσμένη, προσαρμοσμένης, προσαρμοσμένου
Seřizovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hltoun στα ελληνικά - λιμάρης, λαίμαργος, glutton, ο λαίμαργος, τρώγων, κοιλιόδουλος
  • napěchovat στα ελληνικά - πράμα, χώνω, CRAM, η CRAM, της CRAM, την CRAM
  • nevraživost στα ελληνικά - άχτι, μνησικακία, μίσος, έχθρα, εχθρότητα, εχθρότητας, η εχθρότητα
  • obsažný στα ελληνικά - αξιόλογος, ουσιαστικός, στερεός, αρκετός, άφθονος, ολοκληρωμένη, περιεκτική, ...
Τυχαίες λέξεις
Seřizovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρυθμίζω, καθορισμένος, προσαρμόζω, τοποθετώ, προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένη, αναπροσαρμοσμένη, προσαρμοσμένης, προσαρμοσμένου