Skutečný στα ελληνικά
Μετάφραση: skutečný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μένω, αποτελεσματικός, αυθεντικός, δώρο, πολύ, παρουσιάζω, έντιμος, τίμιος, κυριολεκτικός, πρακτικός, παρών, γνήσιος, αληθινός, πραγματικός, ουσιαστικό, ζωντανός, πραγματικό, πραγματική, πραγματικές, πραγματικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aglomerace στα ελληνικά - συσσώρευση, συσσωμάτωση, οικισμό, συσσωμάτωσης, οικισμού
- diferencovat στα ελληνικά - διαφοροποιώ, διαφοροποιούν, διαφοροποίηση, διαφοροποιούνται, διαφοροποιηθούν, διαφοροποιήσει
- nádraží στα ελληνικά - σταθμός, σταθμό, σταθμού, σιδηροδρομικό, σταθμό του
- oplzlý στα ελληνικά - άσεμνος, απαίσιος, ανέντιμος, χυδαίος, ασελγής, αισχρός, βρόμικος, ...
Τυχαίες λέξεις
Skutečný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μένω, αποτελεσματικός, αυθεντικός, δώρο, πολύ, παρουσιάζω, έντιμος, τίμιος, κυριολεκτικός, πρακτικός, παρών, γνήσιος, αληθινός, πραγματικός, ουσιαστικό, ζωντανός, πραγματικό, πραγματική, πραγματικές, πραγματικού
Μεταφράσεις: μένω, αποτελεσματικός, αυθεντικός, δώρο, πολύ, παρουσιάζω, έντιμος, τίμιος, κυριολεκτικός, πρακτικός, παρών, γνήσιος, αληθινός, πραγματικός, ουσιαστικό, ζωντανός, πραγματικό, πραγματική, πραγματικές, πραγματικού