Skvělost στα ελληνικά
Μετάφραση: skvělost, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπεροχή, μεγαλοπρέπεια, gorgeousness
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cílit στα ελληνικά - σκοπεύω, βλέψη, σκοπός, αποβλέπω, στόχος, στόχο, στόχου, ...
- epidemie στα ελληνικά - πανώλης, πανδημία, επιδημία, επιδημίας, επιδημία του, επιδημίας του, επιδημία της
- karikaturista στα ελληνικά - σκιτσογράφος, γελοιογράφος, γελοιογράφου, σκιτσογράφο, γελοιογράφο
- nicotnost στα ελληνικά - κενοδοξία, φιλαυτία, επιπολαιότητα, ματαιοδοξία, ματαιότητα, ευτέλεια, αναξιότητας, ...
Τυχαίες λέξεις
Skvělost στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπεροχή, μεγαλοπρέπεια, gorgeousness
Μεταφράσεις: υπεροχή, μεγαλοπρέπεια, gorgeousness