Součástka στα ελληνικά
Μετάφραση: součástka, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μερίδιο, χωρίζω, στοιχείο, συστατικός, εξάρτημα, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ablativ στα ελληνικά - αφαιρετική, αφαιρετική πτώση, αφαιρετικά, θερμοαπαγωγά, αφαιρετικές
- dualismus στα ελληνικά - δυαδική υπόσταση, δυϊσμός, δυϊσμό, δυϊσμού, δυισμό
- myšlenka στα ελληνικά - εικόνα, σκέψη, είδωλο, σκεφτόμουν, νόμιζα, ιδέα, θεωρούν, ...
- naléhat στα ελληνικά - παρόρμηση, επιμένω, παρακινώ, παροτρύνω, προτρέπω, παροτρύνει, έκκληση, ...
Τυχαίες λέξεις
Součástka στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μερίδιο, χωρίζω, στοιχείο, συστατικός, εξάρτημα, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου
Μεταφράσεις: μερίδιο, χωρίζω, στοιχείο, συστατικός, εξάρτημα, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου