Spřežení στα ελληνικά
Μετάφραση: spřežení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anorganický στα ελληνικά - ορυκτό, ορυκτών, μεταλλικό, ορυκτά, ανόργανα
- brusivo στα ελληνικά - τραχύς, τραχιά, λειαντικά, λειαντικό, λειαντικών, αποξεστικό
- cifra στα ελληνικά - αριθμός, πρόσωπο, ψηφίο, εικόνα, φιγούρα, Σχήμα, Το Σχήμα
- mnohonásobnost στα ελληνικά - πολλαπλότητα, πλήθος, πληθώρα, πολλαπλότητας, πλειάδα
Τυχαίες λέξεις
Spřežení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα
Μεταφράσεις: ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα