Stoupat στα ελληνικά

Μετάφραση: stoupat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανατέλλω, αύξηση, βουνό, ορθώνομαι, όρος, αυξάνομαι, αναρριχώμαι, αυξάνω, σκαρφαλώνω, ανεβαίνω, αυξηθεί, αυξηθούν, αυξάνεται, αυξάνονται
Stoupat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antropologický στα ελληνικά - ανθρωπολογική, ανθρωπολογικές, ανθρωπολογικής, ανθρωπολογικό, ανθρωπολογικά
  • donašeč στα ελληνικά - καταδότης, ψιθυριστής, Whisperer, Γητευτής, γητευτής των, ψιθυριστή
  • jedinečný στα ελληνικά - ενικός, ιδιόμορφος, μοναδικός, μοναδική, μοναδικό, μοναδικά, μοναδικές
  • kotlina στα ελληνικά - λεκάνη, λεκάνης, λεκάνης απορροής, λεκάνη της, λεκάνη απορροής
Τυχαίες λέξεις
Stoupat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανατέλλω, αύξηση, βουνό, ορθώνομαι, όρος, αυξάνομαι, αναρριχώμαι, αυξάνω, σκαρφαλώνω, ανεβαίνω, αυξηθεί, αυξηθούν, αυξάνεται, αυξάνονται