Αναρριχώμαι στα τσεχικά

Μετάφραση: αναρριχώμαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyšlapat, stoupat, vystupovat, nastoupit, vystoupit, shon, motokros, frmol, škrábat se, drápat se
Αναρριχώμαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναρριχώμαι

αναρριχώμαι κλίση, αναρριχώμαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, αναρριχώμαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • αναπόφευκτα στα τσεχικά - nevyhnutelně, nutně, zákonitě, nezbytně
  • αναπόφευκτος στα τσεχικά - neodvratný, nutný, nevyhnutelný, nevyhnutelné, nevyhnutelná, nevyhnutelným
  • αναρροφώ στα τσεχικά - vdechnout, nasát, nasávat, aspirovat, odčerpat, odčerpávají
  • αναρρόφηση στα τσεχικά - vysání, sání, sací, sacího, odsávací, odsávání
Τυχαίες λέξεις
Αναρριχώμαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vyšlapat, stoupat, vystupovat, nastoupit, vystoupit, shon, motokros, frmol, škrábat se, drápat se