Strnulost στα ελληνικά
Μετάφραση: strnulost, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμβροντησία, νάρκη, δυσκαμψία, αδράνεια, κατάπληξη, ακαμψία, ψυχρότητα, λήθαργο, αποχαύνωσης, μούδιασμα, torpor
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alchymista στα ελληνικά - αλχημιστής, αλχημιστή, Alchemist, του Αλχημιστή, ο αλχημιστής
- duchaplný στα ελληνικά - πνευματώδης, σπιρτόζος, έξυπνος, έξυπνο, brainy, διάνοια
- hlubinný στα ελληνικά - απειροβαθής, χαώδης, αβυσσιακό, αβυσσική, abyssal
- ničitel στα ελληνικά - καταστροφέας, αντιτορπιλικό, Destroyer, αντιτορπιλικού, καταστροφέα
Τυχαίες λέξεις
Strnulost στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμβροντησία, νάρκη, δυσκαμψία, αδράνεια, κατάπληξη, ακαμψία, ψυχρότητα, λήθαργο, αποχαύνωσης, μούδιασμα, torpor
Μεταφράσεις: εμβροντησία, νάρκη, δυσκαμψία, αδράνεια, κατάπληξη, ακαμψία, ψυχρότητα, λήθαργο, αποχαύνωσης, μούδιασμα, torpor