Εμβροντησία στα τσεχικά

Μετάφραση: εμβροντησία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
strnutí, ohromení, údiv, úžas, strnulost, ztuhnutí, stupor, otupění, ztuhlost, apatie
Εμβροντησία στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμβροντησία

κατατονική εμβροντησία, καταθλιπτική εμβροντησία, εμβροντησία λεξικό γλώσσας τσεχικά, εμβροντησία στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • εμβολιάζω στα τσεχικά - očkovat, naočkovat, zakořenit, barvit, ingrain
  • εμβολιασμός στα τσεχικά - vakcinace, očkování, transplantace, očkovací, vakcinaci
  • εμβρόντητος στα τσεχικά - mlčenlivý, němý, oněmělý, ohromený, ohromil, omráčena, ohromila, ...
  • εμβόλιο στα τσεχικά - vakcína, očkování, vakcinace, vakcíny, vakcínu, vakcína proti, očkovací látka
Τυχαίες λέξεις
Εμβροντησία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: strnutí, ohromení, údiv, úžas, strnulost, ztuhnutí, stupor, otupění, ztuhlost, apatie