Tradiční στα ελληνικά

Μετάφραση: tradiční, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδοσιακός, συμβατικός, παραδοσιακό, παραδοσιακή, παραδοσιακά, παραδοσιακές
Tradiční στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bujnost στα ελληνικά - διαχυτικότητα, ζωντάνια, ευθάλεια, οργώσα βλάστηση
  • diagonála στα ελληνικά - διαγώνιος, διαγώνια, διαγώνιο, διαγωνίου, διαγώνιες
  • nemravnost στα ελληνικά - ανηθικότητα, ανηθικότητας, την ανηθικότητα, η ανηθικότητα, της ανηθικότητας
  • neodborník στα ελληνικά - ερασιτέχνης, ερασιτέχνες, ερασιτεχνικό, ερασιτεχνική, ερασιτέχνη
Τυχαίες λέξεις
Tradiční στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδοσιακός, συμβατικός, παραδοσιακό, παραδοσιακή, παραδοσιακά, παραδοσιακές