Uchvacující στα ελληνικά
Μετάφραση: uchvacující, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λήψη, immersive, καθηλωτική, συναρπαστικότερα, καθηλωτικό, συναρπαστική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- barvit στα ελληνικά - λεκιάζω, χρώμα, έγχρωμος, βάφω, κηλίδα, βαφή, βαφής, ...
- konference στα ελληνικά - σύσκεψη, συνθήκη, σύμβαση, συνέλευση, συνέδριο, διάσκεψη, διάσκεψης, ...
- mistr στα ελληνικά - τεχνίτης, υπερασπιστής, αφέντης, αφεντικό, μετρ, εργοδηγός, πρωταθλητής, ...
- nýt στα ελληνικά - ατονώ, πριτσίνι, πριτσίνια, ήλου, πιρτσινιού, πιρτσίνι
Τυχαίες λέξεις
Uchvacující στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λήψη, immersive, καθηλωτική, συναρπαστικότερα, καθηλωτικό, συναρπαστική
Μεταφράσεις: λήψη, immersive, καθηλωτική, συναρπαστικότερα, καθηλωτικό, συναρπαστική