Uložit στα ελληνικά
Μετάφραση: uložit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξαπλώνω, ίζημα, τόπος, φυλάω, εξουσιοδοτούμαι, τοποθετώ, φροντίδα, κατηγορία, πίφερο, βάζω, μέρος, τράπεζα, επενδύω, ανάχωμα, καθορισμένος, εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anarchista στα ελληνικά - αναρχικός, αναρχική, αναρχικό, αναρχικών, αναρχικού
- arbitráž στα ελληνικά - διαιτησία, διαιτησίας, διαιτησίας που, διαιτητικό, διαιτητική
- bušit στα ελληνικά - νικώ, δονούμαι, δέρνω, χτυπώ, γογγύζω, παλμός, πάλομαι, ...
- divák στα ελληνικά - θεατής, τηλεθεατής, θεατή, προβολής, προβολή, πρόγραμμα προβολής
Τυχαίες λέξεις
Uložit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξαπλώνω, ίζημα, τόπος, φυλάω, εξουσιοδοτούμαι, τοποθετώ, φροντίδα, κατηγορία, πίφερο, βάζω, μέρος, τράπεζα, επενδύω, ανάχωμα, καθορισμένος, εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Μεταφράσεις: ξαπλώνω, ίζημα, τόπος, φυλάω, εξουσιοδοτούμαι, τοποθετώ, φροντίδα, κατηγορία, πίφερο, βάζω, μέρος, τράπεζα, επενδύω, ανάχωμα, καθορισμένος, εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε