Unylý στα ελληνικά

Μετάφραση: unylý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκεπτικός, λυπηρός, πονεμένος, θλιβερός, πονεμένη, πονεμένοι
Unylý στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brož στα ελληνικά - πόρπη, καρφίτσα, καρφίτσα καρφίτσα, καρφίτσα με, καρφίτσα για
  • kolovat στα ελληνικά - κυκλοφορώ, κυκλοφορεί, κυκλοφορούν, κυκλοφορία, κυκλοφορήσει, να κυκλοφορούν
  • nelibost στα ελληνικά - αντιπαθώ, δυσφορία, καταδίκη, αντιπάθεια, δυσαρέσκεια, δυσαρέσκειά, τη δυσαρέσκειά, ...
  • neúprosně στα ελληνικά - πειστικά, πειστικώς, πειστικά επιχειρήματα, με πειστικά επιχειρήματα, κατά τρόπο πειστικό
Τυχαίες λέξεις
Unylý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκεπτικός, λυπηρός, πονεμένος, θλιβερός, πονεμένη, πονεμένοι