Upevňování στα ελληνικά

Μετάφραση: upevňování, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εδραίωση, ενοποίηση, ενοποίησης, εξυγίανσης, εξυγίανση
Upevňování στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • křídlatý στα ελληνικά - φτερωτός, φτερωτό, φτερωτά, φτερωτή, φτερωτού
  • letět στα ελληνικά - καθοδηγώ, ξεπετάγομαι, βέλος, πετώ, μύγα, πετούν, πετάξει, ...
  • nesnášenlivý στα ελληνικά - μισαλλόδοξος, δυσανεξία, με δυσανεξία, δυσανεξία στη, ανέχονται
  • netělesný στα ελληνικά - ασώματος, ασώματα, άυλο, ασώματο, το άυλο
Τυχαίες λέξεις
Upevňování στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εδραίωση, ενοποίηση, ενοποίησης, εξυγίανσης, εξυγίανση