Λέξη: συγκρούομαι

Σχετικές λέξεις: συγκρούομαι

συγκρούομαι συνωνυμα, συγκρούομαι στα αγγλικά

Συνώνυμα: συγκρούομαι

συμπίπτω χρονικώς, συγκρούω, παταγώ, διαφωνώ, εκσφενδονίζω, οθώ, ρίπτω με ορμή, ρίχνω με ορμή, τρακάρω, αντιμάχομαι, επεμβαίνω, παρεμβαίνω, εναντιούμαι, αντικρούω, παραβαίνω, αντενεργώ

Μεταφράσεις: συγκρούομαι

συγκρούομαι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
collide, hurtle, clash, contravene, come into collision

συγκρούομαι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
chocar, hurtle, Se lanzan, lanzan, de hurtle, se precipitan

συγκρούομαι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rasen, sausen, Rase, hurtle, nehmen Rase

συγκρούομαι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
heurtez, carambolent, heurtent, heurtons, carambolez, carambolons, heurter, caramboler, se ruer, Hurtle, dévalent, lancer avec violence

συγκρούομαι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sfrecciare, hurtle, Lanciati, scagliarsi, precipitarsi

συγκρούομαι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
chocar, Hurtle, Hurtle em, bater contra, estalar

συγκρούομαι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aanrijden, voorrijden, slingeren, hurtle, Razen, daveren, nemen Slingeren

συγκρούομαι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сталкиваться, сшибиться, столкнуться, Хертл

συγκρούομαι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
virvler, hurtle, som virvler, virvler i, som virvler i

συγκρούομαι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rusar

συγκρούομαι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
törmätä, viilettää, singahdella, viuhua, tulla viuhuen, viuhuen

συγκρούομαι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hurtle

συγκρούομαι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
narazit, hnát se, hodit, řítit se, hnát, mrštit

συγκρούομαι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zderzać, zderzyć, wpadać, pędzić, uderzać, hurtle, terkotać

συγκρούομαι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
összeütközik, zuhan, robaj

συγκρούομαι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çarpmak, fırlatmak, ses yapmak, fırlamak, savurmak

συγκρούομαι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стикніться, стикатись, зштовхуватися, стикатися, Хертл

συγκρούομαι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ndeshem, përplasem, kalon me potere, ik vetëtimthi, kalon me rropamë

συγκρούομαι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
прелетявам, хвърлям, трясване, трясък, блъскам се

συγκρούομαι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Хертл

συγκρούομαι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sööstma, Saada viuhuen, Viilettää, Singahdella, Viuhua

συγκρούομαι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kovitlati se, baciti, kovitlati

συγκρούομαι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hurtle

συγκρούομαι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
susidurti, švilpti, atsimušti, sviesti, lėkti, atsitrenkti

συγκρούομαι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atsisties, sadurties, traukties ar troksni

συγκρούομαι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
профучавам

συγκρούομαι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
Hurtle

συγκρούομαι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Kovitlati

συγκρούομαι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hnať, naháňaním, premiestňovať na vlastných nohách
Τυχαίες λέξεις