Uposlechnout στα ελληνικά
Μετάφραση: uposlechnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπακούω, αφουγκράζομαι, ακούω, υπακούουν, υπακούσει, υπακούσουν, υπακούν
Μεταφράσεις
- automobilismus στα ελληνικά - οδήγηση, αυτοκίνησης, αυτοκίνηση, αυτοκινήτου, αυτοκινητιστών
- nedůslednost στα ελληνικά - ασυνέπεια, ανακολουθία, ασυνέπειας, αντίφαση, ασυμφωνία
- obrovský στα ελληνικά - τεράστιος, γίγαντας, τιτανικός, απέραντος, κολοσσιαίος, πελώριος, τραγελαφικός, ...
- oprášit στα ελληνικά - σκόνη, ανακαινίζω, αναδιοργανώσουμε, βελτιώνει, ανασχεδιασμός, αναμόρφωση
Τυχαίες λέξεις
Uposlechnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπακούω, αφουγκράζομαι, ακούω, υπακούουν, υπακούσει, υπακούσουν, υπακούν
Μεταφράσεις: υπακούω, αφουγκράζομαι, ακούω, υπακούουν, υπακούσει, υπακούσουν, υπακούν