Uschnout στα ελληνικά
Μετάφραση: uschnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στεγνός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hebký στα ελληνικά - λείος, μαλακός, στιλπνός, απαλός, ομαλή, λεία, ομαλής, ...
- kdy στα ελληνικά - όταν, πότε, κατά, κατά την
- krystalizace στα ελληνικά - αποκρυστάλλωση, κρυστάλλωση, κρυστάλλωσης, κρυσταλλώσεως, κρυσταλλοποίηση
- odstřižek στα ελληνικά - κομματάκι, ίχνος, απόσχιση, απόκομμα, την απόσχιση
Τυχαίες λέξεις
Uschnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στεγνός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Μεταφράσεις: στεγνός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή