Ustavičný στα ελληνικά
Μετάφραση: ustavičný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παντοτινός, συνεχής, ασταμάτητος, ενδελεχής, διαρκής, αδιάκοπος, αιώνιος, μόνιμος, ακατάπαυστος, αδιάλειπτη, αδιάκοπη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- léčebna στα ελληνικά - θέρετρο της υγείας, θέρετρο υγείας, Ξενοδοχείο, Health Resort, θέρετρο ευεξίας
- mokvat στα ελληνικά - κυλώ, ματώνω, λάσπη, στάζω, αιμορραγώ, ίζημα, σταλάζω, ...
- nevina στα ελληνικά - αθωότητα, αθωότητας, αθωότητά, την αθωότητά, την αθωότητα
- náruživý στα ελληνικά - εμπαθής, παθιασμένος, απεγνωσμένος, έντονος, εντατικός, απελπισμένος, ενθουσιώδης, ...
Τυχαίες λέξεις
Ustavičný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παντοτινός, συνεχής, ασταμάτητος, ενδελεχής, διαρκής, αδιάκοπος, αιώνιος, μόνιμος, ακατάπαυστος, αδιάλειπτη, αδιάκοπη
Μεταφράσεις: παντοτινός, συνεχής, ασταμάτητος, ενδελεχής, διαρκής, αδιάκοπος, αιώνιος, μόνιμος, ακατάπαυστος, αδιάλειπτη, αδιάκοπη