Uvolněnost στα ελληνικά

Μετάφραση: uvolněnost, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταπραΰνω, άνεση, χαλαρότητα, χαλάρωση, χαλαρότητας, λασκάρει, looseness
Uvolněnost στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mokrý στα ελληνικά - νωπός, περιχύω, νοτισμένος, βρεγμένος, υγρός, υγρό, υγρή, ...
  • nadvláda στα ελληνικά - κανόνας, αποφασίζω, ταλαντεύομαι, εξουσιάζω, ιθύνω, κυριαρχία, πείθω, ...
  • nenucenost στα ελληνικά - εγκατάλειψη, καταπραΰνω, άνεση, ελευθερία, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, ...
  • ochabování στα ελληνικά - ξεκούραση, εκτόνωση, πλαδαρότητα, πλαδαρότης, χαυνότης, απαλότης, χαυνότητα
Τυχαίες λέξεις
Uvolněnost στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταπραΰνω, άνεση, χαλαρότητα, χαλάρωση, χαλαρότητας, λασκάρει, looseness